Πηγή: ΕΒΕΠ
Το Επιμελητήριο Λασιθίου ενημερώνει πως ο ευρωπαϊκός κανονισμός «EU taxonomy» τέθηκε σε ισχύ τον Ιούλιο του 2021, ως μέρος της πρωτοβουλίας για τη στήριξη επενδυτικών στόχων αειφορίας. Η ΕΕ θέτει έξι βασικές προϋποθέσεις, ώστε μια οικονομική δραστηριότητα να χαρακτηριστεί ως περιβαλλοντικά βιώσιμη. Οι εταιρείες πρέπει να γνωστοποιούν το ποσοστό του κύκλου εργασιών που προέρχεται από προϊόντα ή υπηρεσίες που μπορούν να χαρακτηριστούν ως περιβαλλοντικά βιώσιμα και να συμβάλουν στον μετριασμό και την προσαρμογή της κλιματικής αλλαγής, στη βιώσιμη χρήση και προστασία των υδάτων και των θαλάσσιων πόρων, στη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία, στην πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης, την προστασία και αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων. Σε συγκεκριμένους όρους, αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες πρέπει να δημοσιεύσουν μια μη χρηματοοικονομική κατάσταση ή ενοποιημένες πληροφορίες μη οικονομικών καταστάσεων σχετικά με τον τρόπο και τον βαθμό στον οποίο οι δραστηριότητες της επιχείρησης χαρακτηρίζονται ως περιβαλλοντικά βιώσιμες, έναντι μιας σειράς βασικών δεικτών επιδόσεων.
Η ΕΕ εργάζεται, σε μεγάλο βαθμό, με προτάσεις παρακολούθησης του σχεδίου δράσης για την κυκλική οικονομία. Εντός Οκτωβρίου, αναμένεται νομοθετική πρόταση για τη Βιώσιμη Εταιρική Διακυβέρνηση που θα επιδιώκει να αντιμετωπίσει τον αντίκτυπο της ευρωπαϊκής κατανάλωσης και παραγωγής στην κοινότητα και το περιβάλλον τρίτων χωρών. Η Γερμανία, η Ελβετία, η Νορβηγία και το Βέλγιο εφαρμόζουν και σχεδιάζουν εθνικές απαιτήσεις επιμέλειας. Η ΕΕ, μετά από διαβούλευση για καλύτερη ρύθμιση, σχετικά με προηγούμενο οδικό χάρτη, καθυστέρησε αρχικά την πρόταση θεωρώντας την ανάγκη νομοθεσίας για τις εταιρείες να ορίσουν μακροπρόθεσμες στρατηγικές προς αποφυγή κακής εκτίμησης των οικονομικών επιπτώσεων σχετικά με το εύρος, τη μορφή και τα μέτρα με βαριές υποχρεώσεις για τις ΜμΕ. Τον Δεκέμβριο, προβλέπεται νομοθετική πρωτοβουλία για «Αειφόρα Προϊόντα», σχετικά με τον τρόπο χρήσης της οδηγίας για το οικολογικό σχέδιο και μια σειρά άλλων νομοθεσιών που συμβάλλουν στην καθιέρωση των βιώσιμων προϊόντων.
Παράλληλα, αντιμετωπίζονται προκλήσεις με ένα σχέδιο εφαρμογής πραγματικών αρχών ανακύκλωσης ηλεκτρονικών ειδών ευρείας κατανάλωσης. Σε πιλοτική φάση εξετάζεται το Περιβαλλοντικό Αποτύπωμα Προϊόντος (PEF) και η ανάγκη για ένα επιστημονικό, συνεκτικό και εναρμονισμένο νομοθετικό πλαίσιο, καθώς και υποχρεωτικής ενημέρωσης του καταναλωτή με ψηφιακά μέσα. Σημαντικό είναι ότι αναθεωρείται με μια σειρά μέτρων βελτίωσης η οδηγία για την ενεργειακή απόδοση και ανακαίνισης κτιρίων. Στόχος είναι να διπλασιάσει τα ποσοστά ανακαίνισης τα επόμενα δέκα χρόνια και να διασφαλίσει ότι οι ανακαινίσεις θα οδηγήσουν σε υψηλότερη ενεργειακή απόδοση και αποδοτικότητα πόρων. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω κανονισμών, προτύπων και εξάρτησης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στη θέρμανση και ψύξη των κτιρίων και στοχευμένη χρηματοδότηση από τα κονδύλια της ΕΕ. Σε εξέλιξη βρίσκεται σχέδιο για όλα τα είδη μπαταριών, με την εφαρμογή νέων οικολογικών απαιτήσεων επισήμανσης για το περιεχόμενο ανακυκλωμένων υλικών, τη συλλογή, επεξεργασία και ανακύκλωσή τους. Ειδική πλατφόρμα θεσπίζεται για την χρηματοδότηση και την παροχή συμβουλών στις ΜμΕ εταιρίες, που θα περιλαμβάνονται στη συγκρίσιμη βιωσιμότητα μετά από μια περίοδο χάριτος 3 ετών.
Παρά τα οφέλη μιας εναρμονισμένης προσέγγισης, επισημαίνονται αλληλοεπικαλύψεις με άλλες σχετικές νομοθεσίες και, ενδεχομένως, πιθανή διαφωνία με τις υποχρεώσεις στο σχέδιο εταιρικής βιώσιμης αναφοράς. Προκειμένου, όμως, να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030 και να επιτευχθούν οι στόχοι της ευρωπαϊκής πράσινης συμφωνίας, είναι ζωτικής σημασίας να κατευθύνουν τις επενδύσεις προς βιώσιμα έργα και δραστηριότητες. Η πανδημία έχει ενισχύσει την ανάγκη κατεύθυνσης πόρων προς βιώσιμα έργα προκειμένου να καταστούν οι οικονομίες, οι επιχειρήσεις και τα συστήματα υγείας, πιο ανθεκτικά έναντι των κλιματικών και περιβαλλοντικών κραδασμών. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται μια κοινή γλώσσα και ένας σαφής ορισμός του «τι είναι βιώσιμο». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το σχέδιο δράσης για τη χρηματοδότηση της βιώσιμης ανάπτυξης απαιτεί τη δημιουργία ενός κοινού συστήματος για βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες με «ταξινόμηση της ΕΕ».