Ο όρος delikatessen στη γερμανική γλώσσα αφορούσε στην αρχική του χρήση τρόφιμα ως αποτέλεσμα υψηλής μαγειρικής τέχνης. Η χρήση του όρου έχει επεκταθεί για να καλύψει και τα ανεπεξέργαστα τρόφιμα, τα οποία διακρίνονται για την υψηλή ποιότητά τους ή για τη σπανιότητά τους, και τα οποία συνεπώς δεν καταναλώνονται σε καθημερινή βάση. Επομένως, ο όρος delicatessen χρησιμοποιείται πλέον ευρύτατα, ως συνώνυμο του Feinkost / Fine Food για να δηλώσει από τυροκομικά προϊόντα και αλλαντικά, μέχρι παρασκευάσματα ιχθυηρών, και από ελιές έως εξωτικά είδη φρούτων.
Έτσι, τα καταστήματα που προσδιορίζονται ως delicatessen στη Γερμανία σήμερα μπορεί είτε να είναι μόνο σημεία πώλησης υψηλής ποιότητας τροφίμων, είτε να συνδυάζουν τη λιανική πώληση με την εστίαση, προσφέροντας στους καταναλωτές σπεσιαλιτέ που μπορούν να καταναλώσουν στο κατάστημα. Σε πολλές περιπτώσεις επίσης, τα καταστήματα delicatessen μπορεί να συνδυάζουν τη λιανική με τη χονδρική πώληση και τη διανομή προϊόντων, απευθυνόμενα τόσο σε ερασιτέχνες όσο και σε επαγγελματίες γαστρονόμους.
Διαβάστε όλο το επικαιροποιημένο ενημερωτικό σημείωμα για τα καταστήματα delikatessen στην γερμανική αγορά τροφίμων που συνέταξε το Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στο Ντύσσελντορφ στο παρακάτω αρχείο pdf.
[prettyfilelink size=”” src=”https://www.epimlas.gr/cms/wp-content/uploads/2215_543_delikatessen_warenhauser.pdf” type=”pdf”]Kαταστήματα Delikatessen στην Γερμανική Αγορά Τροφίμων[/prettyfilelink]